footballistique
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
footballistique | footballistiques |
Επίθετο επεξεργασία
footballistique (fr) αρσενικό ή θηλυκό
- σχετικός με το ποδόσφαιρο
- sa culture footballistique est très étendue - οι γνώσεις του γύρω από το ποδόσφαιρο είναι πολύ εκτενείς