Ετυμολογία

επεξεργασία
flut- < γαλλική flûte, ιταλική flauto, αγγλική flute, γερμανική Flöte

flut- (eo)

  • ρίζα λέξεων που σχετίζονται με την έννοια: φλάουτο

Παράγωγα

επεξεργασία