Δείτε επίσης: Filiale

  Ετυμολογία

επεξεργασία
filiale < fils

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /fi.ljal/
 

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
filiale filiales

filiale (fr) θηλυκό