Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
femtometer
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
femtometer
<
femto-
(<
δανική
femten
(15) +
meter
(<
γαλλική
mètre
<
αρχαία ελληνική
μέτρον
)
Ουσιαστικό
επεξεργασία
femtometer
(en)
(&
femtometre
)
φεμτόμετρο