Εσπεράντο (eo) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

facil- < γαλλική, ιταλική facile

  Ρίζα επεξεργασία

facil- (eo)

  • ρίζα λέξεων που σχετίζονται με την έννοια: εύκολος

Παράγωγα επεξεργασία