Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

extrajudicially < extrajudicial + -ly

  Επίρρημα επεξεργασία

extrajudicially (en) (χωρίς παραθετικά)

  Πηγές επεξεργασία