ενικός         πληθυντικός  
equity equities

  Προφορά

επεξεργασία
 
ΔΦΑ : /ˈɛk.wɪ.ti/ (ΗΠΑ)


  Ουσιαστικό

επεξεργασία

equity (en)

Δείτε επίσης

επεξεργασία
  • equity στην αγγλική Βικιπαίδεια