enthousiaste
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ɑ̃.tu.zjast/
Ετυμολογία
επεξεργασία- enthousiaste < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
enthousiaste | enthousiastes |
enthousiaste (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
enthousiaste | enthousiastes |
enthousiaste (fr) αρσενικό ή θηλυκό