Εσπεράντο (eo) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

enŝuti < en + ŝuti

  Ρήμα επεξεργασία

ρήμα enŝuti
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας enŝutas enŝutanta enŝutata
αόριστος enŝutis enŝutinta enŝutita
μέλλοντας enŝutos enŝutonta enŝutota
υποθετική enŝutus - -
προστακτική enŝutu - -

enŝuti (eo)

Άλλες γραφές επεξεργασία

ensxuti, enshuti, ens'uti