Ετυμολογία

επεξεργασία
elrigardi < el + rigardi
ρήμα elrigardi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας elrigardas elrigardanta elrigardata
αόριστος elrigardis elrigardinta elrigardita
μέλλοντας elrigardos elrigardonta elrigardota
υποθετική elrigardus - -
προστακτική elrigardu - -

elrigardi (eo)