Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
drukować
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Πολωνικά (pl)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ρήμα
1.2.1
Συγγενικά
Πολωνικά
(pl)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
drukować
<
γερμανική
drücken
Ρήμα
επεξεργασία
drukować
(pl)
τυπώνω
,
εκτυπώνω
Συγγενικά
επεξεργασία
druk
drukarka
drukarnia
drukarski
drukarstwo
drukarz
wydruk