door to door
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΈκφραση
επεξεργασίαdoor to door (en)
- (ιδιωματισμός) πόρτα σε πόρτα
- ⮡ He was selling them door to door.
- Τα πουλούσε από πόρτα σε πόρτα.
- ⮡ He was selling them door to door.
door to door (en)