dolma
Ιταλικά (it)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαdolma (it)
Τουρκικά (tr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- dolma < (κληρονομημένο) οθωμανική τουρκική طولمه (dolma)
Ουσιαστικό
επεξεργασίαdolma (tr)
- (γαστρονομία) ο ντολμάς
dolma (it)
dolma (tr)