ενικός         πληθυντικός  
disc jockey disc jockeys

  Ετυμολογία

επεξεργασία
disc jockey < → δείτε τις λέξεις disc και jockey (μαρτυρείται από το 1940)[1]

  Πολυλεκτικός όρος

επεξεργασία

disc jockey (en)

Άλλες μορφές

επεξεργασία
  • DJ (συντομογραφία)

  Αναφορές

επεξεργασία
  1. disc jockey - Merriam–Webster Online Dictionary (μονόγλωσσο λεξικό, αγγλικά, από το 1828)