ενεστώτας disagree
γ΄ ενικό ενεστώτα disagrees
αόριστος disagreed
παθητική μετοχή disagreed
ενεργητική μετοχή disagreeing

  Ετυμολογία

επεξεργασία
disagree < dis- + agree

disagree (en)

  • διαφωνώ
    ⮡  I disagree and I am right!
    Διαφωνώ και έχω δίκιο!