diminutive
Αγγλικά (en)
επεξεργασία
Επίθετο
επεξεργασία
diminutive (en)
- μικροσκοπικός
- λεκτικά/σχηματικά υποβαθμιστικός
- σμικρυντικός
Ουσιαστικό
επεξεργασία
diminutive (en)
diminutive (en)
diminutive (en)