Ετυμολογία

επεξεργασία
densigi < dens- + -ig- + -i
ρήμα densigi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας densigas densiganta densigata
αόριστος densigis densiginta densigita
μέλλοντας densigos densigonta densigota
υποθετική densigus - -
προστακτική densigu - -

densigi (eo)