Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Επίθετο επεξεργασία

default (en)

  1. βασικός
  2. (πληροφορική) προεπιλεγμένος
    δείτε επίσης: Default (computer science) στην αγγλική Βικιπαίδεια

Πολυλεκτικοί όροι επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  • default στην αγγλική Βικιπαίδεια