default
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαdefault (en)
- βασικός
- (πληροφορική) προεπιλεγμένος
- δείτε επίσης: Default (computer science) στην αγγλική Βικιπαίδεια
Πολυλεκτικοί όροι
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασία- default στην αγγλική Βικιπαίδεια