default constructor
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- default constructor < → δείτε τις λέξεις default και constructor
Ουσιαστικό επεξεργασία
default constructor (en)
- (αντικειμενοστρεφής προγραμματισμός) συνώνυμο του empty constructor