Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ku.ʁɑ̃t/
 
ομόηχο: courante (και στον ενικό)
μεταγραφή: κουράντ

  Κλιτικός τύπος επιθέτου

επεξεργασία

courantes (fr)

  Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

επεξεργασία

courantes (fr) θηλυκό