controversial
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαcontroversial (en)
- επίμαχο ζήτημα που προκαλεί οξεία αντιπαράθεση, που προκαλεί διαμάχες και αντιπαραθέσεις
- (μεταφορικά) ή (δευτερογενώς) αμφιλεγόμενος
Δείτε επίσης
επεξεργασία- controversial στην αγγλική Βικιπαίδεια