Γαλλικά (fr)Επεξεργασία

  ΠροφοράΕπεξεργασία

ΔΦΑ : /kɔ̃.fɔʁ.mism/

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
conformisme conformismes

conformisme (fr) αρσενικό

Συγγενικές λέξειςΕπεξεργασία

  • → δείτε τη λέξη conforme