ενικός         πληθυντικός  
circus circuses

Ουσιαστικό

επεξεργασία

circus (en)

  • το τσίρκο
    παράδειγμα  Tightrope walkers are our circus’s main attraction.
    Οι σχοινοβάτες είναι η κεντρική ατραξιόν του τσίρκου μας.