circonférence
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
circonférence | circonférences |
Ουσιαστικό
επεξεργασίαcirconférence (fr) θηλυκό
- (γεωμετρία) η περιφέρεια του κύκλου
Σημειώσεις
επεξεργασία- Για τη διοικητική περιφέρεια, δείτε τις λέξεις circonscription, arrondissement.