chromatique
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /kʁɔ.ma.tik/
Επίθετο
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
chromatique | chromatiques |
chromatique (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
chromatique | chromatiques |
chromatique (fr) αρσενικό ή θηλυκό