Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

cheesepie (en)

  1. τυρόπιτα
  2. (σπάνιο) γλυκιά τυρόπιτα που δεν είναι cheesecake (πχ. τυροπιτάκια Τήνου ή γλυκά σκωτικά που δεν είναι cheesecake)