Ουσιαστικό

επεξεργασία

cassette (en)



  Προφορά

επεξεργασία
 

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
cassette cassettes

cassette (fr) θηλυκό



  Ουσιαστικό

επεξεργασία

cassette (es)