cardiovasculaire
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
cardiovasculaire | cardiovasculaires |
Επίθετο επεξεργασία
cardiovasculaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
cardiovasculaire | cardiovasculaires |
cardiovasculaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό