Τουρκικά (tr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

canım < can (ψυχή) + κτητικό επίθημα -ım
ΑΠΟΓΟΝΟΙ: νέα ελληνικά: τζάνεμ, τζάνουμ

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈd͡ʒɑnɯm/

  Κλιτικός τύπος ουσιαστικού επεξεργασία

canım (tr)