bureaucratie
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /by.ʁo.kʁa.si/
Ουσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
bureaucratie | bureaucraties |
bureaucratie (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
bureaucratie | bureaucraties |
bureaucratie (fr) θηλυκό