Τουρκικά (tr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

bulaşık makinesi < bulaşık («τα πιάτα», που πρέπει «να γίνουν», να πλυθούν) + makine (μηχανή) (η μηχανή/συσκευή που «κάνει [καθαρίζει, πλένει] τα πιάτα»)

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /buɫɑˈʃɯk mɑcinɛˈsi/

  Ουσιαστικό επεξεργασία

bulaşık makinesi (tr)

Κλίση επεξεργασία