brute force
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /bɹut ˈfɔɹs/ (ΗΠΑ)
Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία
brute force (en)
- ωμή βία
- (επιστήμη υπολογιστών) η τεχνική όπου ο υπολογιστής δοκιμάζει όλες τις παραλλαγές ενός προβλήματος έως ότου βρεθεί κάποια που παρέχει μια λύση, σε αντίθεση με την εφαρμογή ενός έξυπνου αλγορίθμου
Δείτε επίσης επεξεργασία
- brute force στην αγγλική Βικιπαίδεια