Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /bɔl.ʃə.vism/

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
bolchevisme bolchevismes

bolchevisme (fr) αρσενικό

Συγγενικά

επεξεργασία