Ετυμολογία

επεξεργασία

→ δείτε τη λέξη  bity (pl) και śmietana (pl)

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ˈbʲita ɕmʲjɛˈtãna/

  Πολυλεκτικός όρος

επεξεργασία

bita śmietana (pl) θηλυκό