auto-évoluer
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΡήμα
επεξεργασίαauto-évoluer (fr)
- (παραδοσιακή ορθογραφία) εξελίσσομαι με δική μου ενέργεια, χωρίς εξωτερική επέμβαση
Άλλες γραφές
επεξεργασία- (ορθογραφία του 1990) autoévoluer
Δείτε επίσης : autoévoluer |
auto-évoluer (fr)