Ετυμολογία

επεξεργασία
autisme < γερμανική Autismus

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /o.tism/

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
autisme autismes

autisme (fr) αρσενικό

Συγγενικά

επεξεργασία