Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

at the longest < → δείτε τις λέξεις at, the και longest

  Έκφραση επεξεργασία

at the longest (en)

  • (ιδιωματισμός) το πολύ-πολύ, για να δηλωθεί ανώτατο χρονικό όριο
    I will be away for one week, ten days at the longest.
    Θα λείψω μια βδομάδα, δέκα μέρες το πολύ-πολύ.

Συγγενικά επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία