Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

asynchronous transmission < → δείτε τις λέξεις asynchronous και transmission

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

asynchronous transmission (en)

Αντώνυμα επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. «ασύγχρονη μετάδοση» από αναζήτηση «asynchronous transmission» στη Βάση Τηλεπικοινωνιακών Όρων TELETERM από τη Μόνιμη Ομάδα Τηλεπικοινωνιακής Ορολογίας (ΜΟΤΟ), τον ΟΤΕ, τον ΕΛΟΤ και τον ΕΛΕΤΟ.