arti
Ίντο (io)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος ουσιαστικού
επεξεργασίαarti (io)
Ιταλικά (it)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος ουσιαστικού
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
arte | arti |
arti (it)
Κλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
---|---|
arto | arti |
arti (it)