Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

arrache-clou < arracher + clou

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
arrache-clou arrache-clous

arrache-clou (fr) αρσενικό