architectonie
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαarchitectonie < αρχιτεκτονία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαarchitectonie (fr) θηλυκό (πληθυντικός: architectonies)
- η αρχιτεκτονική οργάνωση ενός χώρου
architectonie < αρχιτεκτονία
architectonie (fr) θηλυκό (πληθυντικός: architectonies)