Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
aménorrhée
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Γαλλικά
(fr)
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
aménorrhée
aménorrhées
Ουσιαστικό
επεξεργασία
aménorrhée
(fr)
θηλυκό
(
ιατρική
) η
αμηνόρροια