Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

algorithmique < algorithme

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /al.ɡɔ.ʁit.mik/
 

  Επίθετο επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
algorithmique algorithmiques

algorithmique (fr) αρσενικό ή θηλυκό

  1. αλγοριθμικός

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
algorithmique algorithmiques

algorithmique (fr) θηλυκό

  1. η αλγοριθμική, η μελέτη της εφαρμογής των αλγορίθμων στην πληροφορική