Εσπεράντο (eo) επεξεργασία

  Ρήμα επεξεργασία

ρήμα aerdetruiĝi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας aerdetruiĝas aerdetruiĝanta aerdetruiĝata
αόριστος aerdetruiĝis aerdetruiĝinta aerdetruiĝita
μέλλοντας aerdetruiĝos aerdetruiĝonta aerdetruiĝota
υποθετική aerdetruiĝus - -
προστακτική aerdetruiĝu - -

aerdetruiĝi (eo)