Άνοιγμα κύριου μενού
Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Κοντινά
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
accompany
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Αγγλικά
(en)
Επεξεργασία
Ετυμολογία
Επεξεργασία
accompany
<
μέση αγγλική
accompanien
<
παλαιά γαλλική
acompagner
<
compaign
Ουσιαστικό
Επεξεργασία
accompany
(en)
συνοδεύω
(
μουσική
)
συνοδεύω
,
ακομπανιάρω