• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

acciaio

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Ιταλικά (it)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Ουσιαστικό
    • 1.4 Πηγές

Ιταλικά (it)

επεξεργασία

Ετυμολογία

επεξεργασία
acciaio < λατινική aciarium < acies

Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /atˈt͡ʃa.jo/

Ουσιαστικό

επεξεργασία

acciaio (it) αρσενικό

  • (μεταλλουργία) ατσάλι

Πηγές

επεξεργασία
  • acciaio - Vocabolario Treccani online, Istituto della Enciclopedia Italiana (Istituto Treccani).
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=acciaio&oldid=6522525"
Τελευταία επεξεργασία στις 8 Δεκεμβρίου 2023, στις 16:31

Γλώσσες

    • Azərbaycanca
    • Беларуская
    • Български
    • Català
    • Čeština
    • Deutsch
    • English
    • Esperanto
    • Español
    • Eesti
    • Euskara
    • Suomi
    • Français
    • Galego
    • Magyar
    • Հայերեն
    • Ido
    • Íslenska
    • Italiano
    • ಕನ್ನಡ
    • 한국어
    • Kurdî
    • Lëtzebuergesch
    • Lietuvių
    • Malagasy
    • Македонски
    • Occitan
    • Polski
    • Armãneashti
    • Русский
    • Svenska
    • Tagalog
    • Türkçe
    • Vèneto
    • 中文
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 8 Δεκεμβρίου 2023, στις 16:31.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας