ab ovo
Λατινικά (la)Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
- ab ovo: έκφραση του Οράτιου στο έργο του Ars Poetica, γραμμένο περίπου το 13 κε
- → δείτε τις λέξεις ab + αφαιρική πτώση ovo του ουδέτερου ουσιαστικού ovum (αβγό)
ΈκφρασηΕπεξεργασία
ab ovo (la)
- (κυριολεκτικά: από το αβγό) εξαρχής, από την αρχή (τεχνική διήγησης)
- ↪ Η πλοκή της Οδύσσειας ξεκινάει in medias res, από τη στιγμή που ο Οδυσσέας βρίσκεται ναυαγός στο νησί της Καλυψώς, δηλαδή από τη μέση της χρονολογικής σειράς των γεγονότων και όχι ab ovo, από την αρχή, δηλαδή τη στιγμή της αναχώρησής του από την Τροία.
ΑντώνυμαΕπεξεργασία
Δείτε επίσηςΕπεξεργασία
- ab ovo στην αγγλική Βικιπαίδεια
- ab ovo στη Βικιπαίδεια