Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ab intestat < λατινική abintestat ab intestato

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ab⋅ɛ̃.tɛs.ta/

  Έκφραση επεξεργασία

ab intestat (fr)

  1. (νομικός όρος) χωρίς να γίνει διαθήκη
    hériter ab intestat, κληρονομώ κάποιον που δεν έχει κάνει διαθήκη
    Elle est morte ab intestat.
  2. (νομικός όρος) χωρίς διαθήκη
    héritier ab intestat.
    succession ab intestat.

Δείτε επίσης επεξεργασία