Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
aĉeti
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Εσπεράντο
(eo)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
aĉeti
<
aĉet
+
-i
Ρήμα
επεξεργασία
ρήμα
aĉeti
χρόνος
μορφή
ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας
aĉetas
aĉetanta
aĉetata
αόριστος
aĉetis
aĉetinta
aĉetita
μέλλοντας
aĉetos
aĉetonta
aĉetota
υποθετική
aĉetus
-
-
προστακτική
aĉetu
-
-
aĉeti
(eo)
αγοράζω
,
αποκτώ