Seminar
Γερμανικά (de) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Seminar < λατινική seminarium (φυτώριο) < semen < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *séh₁mn̥ (σπόρος) < *seh₁- (σπέρνω) + *-mn̥
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /zemiˈnaːɐ̯/
- ⓘ
Ουσιαστικό επεξεργασία
Seminar (de)